Ένστικτο ή λογική;
Έχετε αισθανθεί ποτέ ότι κάποιος δεν σας λέει την αλήθεια αλλά δεν μπορείτε να «στηρίξετε» αυτή την αίσθηση με λογικά επιχειρήματα;
Έχετε συμπαθήσει ή αντιπαθήσει κάποιον χωρίς ή ελάχιστα γνωρίζοντάς τον; Έχετε πάρει κάποια απόφαση στη ζωή σας, επειδή κάτι μέσα σας, σας έλεγε να το κάνετε ή οπωσδήποτε να το αποφύγετε;
Μετά έρχεται το αποτέλεσμα… Έπρεπε να ακούσω «το μέσα μου», μου το ‘λεγε εμένα η διαίσθησή μου, είχα ένα προαίσθημα ότι κάτι δεν θα πήγαινε καλάή αφού η λογική μου, μου φώναζε, γιατί παρασύρθηκα και δεν την άκουσα;
Ο καθένας μας έχει καταγράψει άπειρες τέτοιες περιπτώσεις, από τις πιο απλές καθημερινές, μέχρι και τις πιο σύνθετες αποφάσεις για τη ζωή μας και ανάλογα με τα «ποσοστά επιτυχίας», άλλοι έχουν αποφασίσει να εμπιστεύονται τυφλά τη διαίσθησή τους, το ένστικτό τους, άλλοι να ακολουθούν πιστά τη λογική τους και άλλοι να χρησιμοποιούν πότε το ένα και πότε το άλλο.
Υπάρχουν, βέβαια, και αυτοί που πάντα έχουν κάποιο προαίσθημα, αλλά από φόβο ακολουθούν το «σιγουράκι» της λογικής και μετά γκρινιάζουν για τις ευκαιρίες που έχασαν.
Πότε πρέπει να εμπιστευόμαστε, όμως, το ένστικτό μας και πότε είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούμε στρατηγικές βασισμένες στη λογική;
Πότε το ένστικτό μας μπορεί να μας παραπλανήσει και είναι προτιμότερο να το αγνοούμε;
Στην εποχή μας, το ένστικτο, μας είναι ιδιαίτερα απαραίτητο διότι δεχόμαστε συνεχώς πλήθος πληροφοριών και ερεθισμάτων, τα οποία είναι αδύνατο να επεξεργαστούμε αναλυτικά. Και ενώ θα έπρεπε να ενισχύουν την ικανότητά μας να παίρνουμε αποφάσεις, μάλλον την αποδυναμώνουν. Έτσι, χωρίς τη διαισθητική επίγνωση, θα ήταν πολύ δύσκολο έως αδύνατο να εκτιμήσουμε και να αξιολογήσουμε όλες τις πληροφορίες, ώστε να δράσουμε με ένα τρόπο που να ανταποκρίνεται πραγματικά στις επιθυμίες και τις ανάγκες μας.
Η διαίσθηση μπορεί να είναι παρεξηγημένη και υποτιμημένη από πολλούς ορθολογιστές, μπορεί παρ’ όλα αυτά να αποτελεί μια «εσωτερική ευφυΐα» που οι περισσότεροι αγνοούμε.
Είναι αυτή η «ευφυΐα» που θα μας βοηθήσει όταν πρέπει να πάρουμε μια απόφαση στα ξαφνικά, όταν δεν έχουμε παρά ελάχιστες πληροφορίες και η λογική δεν προλαβαίνει να κάνει τη δουλειά της για να καταλήξουμε τι θα κάνουμε.
H διαίσθηση, μας κάνει συναισθηματικά ευφυείς και κοινωνικά ευαίσθητους. Είναι αυτή που «πιάνει» πρώτη τα σήματα της γλώσσας του σώματος των άλλων και μας βοηθάει να τους διαβάσουμε.
Από την άλλη, όμως, η διαίσθηση, το ένστικτο είναι γρήγορο, αλλά δεν είναι πάντοτε αποτελεσματικό, διότι βασιζόμενοι σε προκαταλήψεις ή προηγούμενες εμπειρίες, κάνουμε γενικεύσεις με αποτέλεσμα μερικές φορές να οδηγούμαστε σε αυθαίρετα συμπεράσματα για καταστάσεις ή πρόσωπα.
Η λογική, από τη μεριά της, σταθμίζει τα υπέρ και τα κατά της κάθε περίπτωσης και καταλήγει σε μια απόφαση, απαλλαγμένη από παρορμήσεις, αλλά στην προσπάθειά της να μας προστατέψει από πιθανούς κινδύνους, μπορεί και να μας ακινητοποιήσει.
Ακόμα και αν είμαστε αποδιοργανωμένοι ή κουρασμένοι, η διαίσθησή μας πάντα επαγρυπνεί σαν φύλακας άγγελος για να μας δίνει πληροφορίες για το πώς είναι τα πράγματα γύρω μας. Είναι το ένστικτό μας που μας δείχνει τις πραγματικές μας ανάγκες που εκδηλώνονται μέσα από τις σωματικές και συναισθηματικές αντιδράσεις μας, όπως π.χ. κάποια φορά που μας ζητούν κάτι και μέσα μας νοιώθουμε ένα έντονο σφίξιμο, νοιώθουμε ότι κάτι εδώ δεν πάει καλά, έχουμε ένα δυνατό προαίσθημα, άλλες φορές το ακολουθούμε και άλλες όχι.
Δες κι αυτό: Πως θα πετύχεις έντονα χείλη το καλοκαίρι
Βέβαια, δεν πρέπει να αφήνουμε το συναίσθημά μας να γίνει το μόνο κριτήριο μιας κατάστασης, υποθέτοντας ότι ο άλλος θα πρέπει να σκέφτεται όπως εμείς, π.χ. γνωρίζουμε κάποιον και νοιώθουμε άβολα, (συναίσθημα), αμέσως συμπεραίνουμε ότι δεν του είμαστε συμπαθείς (αυθαίρετο συμπέρασμα).
Αυτό που χρειάζεται επίσης να έχουμε υπ’ όψιν μας είναι ότι η διαίσθηση ακολουθεί τη διάθεσή μας και η διάθεσή μας είναι πολλές φορές ευμετάβλητη. Γι’ αυτό, μπορεί να πάρουμε μια απόφαση μια μέρα που όλα είναι καλά και να ενθουσιαστούμε ή να απορρίψουμε μια πρόταση διότι δεν είχαμε καλή διάθεση, (κακό προαίσθημα) και στο τέλος να αποδειχθεί ότι και στις δύο περιπτώσεις κάναμε λάθος.
Υπεύθυνη για τις αποφάσεις που παίρνουμε με τη διαίσθηση είναι η δεξιά πλευρά του εγκεφάλου, η οποία θεωρείται ότι δουλεύει με συναισθηματικό και συνειρμικό τρόπο.
Όταν τίθεται σε λειτουργία η λογική μας, ενεργοποιείται η αριστερή πλευρά του εγκεφάλου, η οποία «παράγει» τη δομημένη και αναλυτική σκέψη.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι ο καθένας μας χρησιμοποιεί άλλοτε το ένστικτο και άλλοτε τη λογική, ανάλογα με το πώς έχει «εκπαιδευτεί» ο εγκέφαλός του να σκέφτεται και να δρά.
Αν λοιπόν, «μαθαίναμε» να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά μας, ώστε να κατανοούμε καλύτερα τις ανάγκες μας και τα θέλω μας και κατόπιν να εστιάζουμε τη λογική μας στο εκάστοτε θέμα για να εντοπίσουμε τις ρεαλιστικές του διαστάσεις και να ενεργήσουμε ανάλογα, θα είχαμε ένα απόλυτα συντονισμένο συνδυασμό σκέψης, συναισθήματος και δράσης, με εξαιρετικά για μας αποτελέσματα.
Η Ελένη Αϋφαντή είναι σύμβουλος Προσωπικής Ανάπτυξης (LifeCoach), εκπαιδευμένη στη Συστημική Ψυχιατρική και τη Διαχείριση Αρνητικών Καταστάσεων στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού προγράμματος που παρέχεται στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι ειδικευμένη στο Νευρογλωσσικό Προγραμματισμό (NLP), ως εκπαιδεύτρια (NLP CoachingTrainer).