Από την Αγγελική Καβαλλιεράτου
Ως παιδιά όλοι έχουμε βιώσει κάποια στιγμή την απογοήτευση επειδή οι ανάγκες μας δεν ικανοποιήθηκαν και προσπαθούσαμε να βρούμε τρόπους για να τις ικανοποιήσουμε.
Αυτά που θέλουμε να πάρουμε από τους άλλους είναι αρχικά η προσοχή, η επιβεβαίωση, η ασφάλεια και η αποκλειστικότητα της αγάπης και της προσοχής τους. Έτσι λοιπόν προκειμένου να διεκδικήσουμε με κάποιο τρόπο όσα έχουμε ανάγκη, όλοι μας αναγκαζόμαστε να παίξουμε κάποιους συγκεκριμένους ρόλους συνειδητά και ασυνείδητα.
Ο πρώτος ρόλος είναι ο ρόλος του Τρομοκράτη. Μαθαίνουμε από το περιβάλλον μας ότι με τη φωνή και την απειλή μπορούμε να πάρουμε αυτό που θέλουμε. Με αυτόν τον τρόπο ίσως να μπορέσουμε να έχουμε αυτό που θέλουμε από τον άλλον, αλλά μάλλον θα χάσουμε την αγάπη και τον σεβασμό του. Έχουμε λοιπόν, δημιουργήσει μαζί του μια σχέση φόβου και επειδή δεν αντέχει τις φωνές μας, την επιθετικότητα και τις απειλές μας έτσι κάνει αυτό που του ζητάμε.
Ο δεύτερος ρόλος είναι αυτός του Θύματος, όπου προσπαθούμε να ελέγχουμε τους άλλους και να έχουμε αυτό που θέλουμε παίζοντας τον ρόλο του αδικημένου και του αδύναμου. Σ’ αυτό το ρόλο δημιουργούμε κυρίως αίσθηση ενοχής στους άλλους ώστε να σταματήσουν να κάνουν αυτό που μας ενοχλεί. Ακόμη, «το θύμα» παίρνει επιπλέον αξία και κέρδος πιστεύοντας πως όσο είναι αδικημένος, οι άλλοι είναι οι άδικοι άρα εκείνος είναι ο σωστός.
Ένας ακόμη ρόλος είναι αυτός του Απόμακρου. Σ’ αυτή την περίπτωση εάν έχουμε έναν γονιό σε ρόλο τρομοκράτη, θύματος ή ανακριτή είναι πολύ εύκολο να απομακρυνθούμε συναισθηματικά. Γενικότερα οι άνδρες μπαίνουν στον ρόλο του Τρομοκράτη ή του Απόμακρου ενώ η γυναίκα προσπαθεί να καλύψει τις ανάγκες της παίζοντας το ρόλο του Θύματος ή του Ανακριτή. Ως απόμακροι μην έχοντας μεγάλη συναισθηματική επαφή με τους άλλους προστατεύουμε τον εαυτό μας.
Επίσης, αν συνδυάζουμε τον Απόμακρο με το Θύμα και κόβουμε την επικοινωνία («κάνουμε μούτρα»), ο άλλος νιώθει πως μας έχει κάνει κάτι, ότι εκείνος φταίει και προσπαθεί να μας κάνει να του χαμογελάσουμε ή να του μιλήσουμε. Από τον ρόλο του απόμακρου ελέγχουμε τους άλλους μέσα από την ανάγκη τους να έχουν την προσοχή μας.
Ο τελευταίος ρόλος όπου επιδιώκουμε να παίρνουμε προσοχή και να ελέγχουμε τους άλλους, είναι του Ανακριτή. Μαθαίνουμε πως εάν κρίνουμε, αν κριτικάρουμε κάποιον, μπορούμε να τον βάλουμε σε αμυντική θέση και να πάρουμε την προσοχή που θέλουμε από αυτόν καθώς προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του και να απολογηθεί. Πιο συχνά μπαίνουμε σ’ αυτόν τον ρόλο όταν ο άλλος είναι απόμακρος όπου προκαλούμε να απαντήσει στην κριτική μας και έτσι να πάρουμε την προσοχή που δεν μας δίνει με άλλον τρόπο.
Αυτοί οι ρόλοι οδηγούν σε δυσάρεστο τρόπο επικοινωνίας, μέσω αυτού πληγωνόμαστε και εμείς και συνήθως παίζουμε αυτούς τους ρόλους με ανθρώπους που αγαπάμε.
Αυτό που χρειάζεται είναι όλοι να μπούμε σε έναν διαφορετικό ρόλο, αυτό του Ενήλικα. Αυτός είναι ο πιο δύσκολος ρόλος, διότι είναι ένας ώριμος άνθρωπος που πιστεύει στην αξία του και σέβεται τον εαυτό του και τους άλλους, έχει αγάπη για τον εαυτό του και για τους άλλους και μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες του με έναν ώριμο τρόπο χωρίς να χρειάζεται να καταλήξει σ’ αυτά τα παιχνίδια. Επικοινωνεί χωρίς να φωνάζει, να κλαίει, να κριτικάρει, να απειλεί και να κατηγορεί. Εξηγεί τις ανάγκες, τα συναισθήματα και τις πεποιθήσεις του με έναν ώριμο τρόπο. Με σεβασμό προς τον εαυτό του, όπου αυτό σημαίνει ότι δεν καταπιέζει τα συναισθήματα του, αλλά και με σεβασμό προς τους άλλους, που σημαίνει ότι μιλάει με τον τρόπο που θα ήθελε ο άλλος να μιλάει γ’ αυτόν.
Μπορούμε να εκφράσουμε τις ανάγκες μας σαν ανάγκες χωρίς να κριτικάρουμε, να απειλούμε και να κατηγορούμε τους άλλους. Σαν μια απλή ανάγκη με εξήγηση γιατί αυτή η ανάγκη είναι σημαντική για εμάς και για το πώς νιώθουμε όταν δεν ικανοποιείται.
Ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τον τρόπο που ζητάμε κάτι και θα αλλάξει όλος ο τρόπος επικοινωνίας μας με τους άλλους ανθρώπους.